ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ

Μαλώναν οι αγέρηδες, οι παλιοχασομέρηδες.Βίρα ο ένας, μάϊνα ο άλλος, γίνονταν καυγάς μεγάλος. Όμως έφτασε η μπουνάτσα, προκομμένη και καπάτσα.Τους τσακώνει από τ αυτί και τους κλείνει στο σακί. Χύνεται το παιδομάνι, πέρα στου χωριού τ αλάνι.Παίρνουν φόρα οι κυράδες κι άσπρισαν τους μαχαλάδες. Τσάρκα βγαίνουν οι βαρκούλες, φεύγουνε κι οι ψαροπούλεςφορτωμένες παραγάδια και αρματωμένα απλάδια. Μια γριά καβουρομάνα, με το φυκι στη δαγκάνατο θαλάμι της σενιάρει, που κανε ο Νοτιάς κουβάρι… Τα γλαρόπουλα πετούνε, το Βοριά περιφρονούνεγιατί όποτε θυμώνει, τις φτερούγες τους παγώνει. Κι οι δύστυχοι αγέρηδες, οι παλιοχασομέρηδεςμέσα…

Περισσότερα